Έρμαιο του χρόνου που κιοτεύει,
σπονδή σε μιαν αξημέρωτη αύριο,
η ζωή σιωπηλά πώς παραπαίει ;
Κι εσύ,
μια σκιά στην άκρη της κάμαρας
να νυμφεύεσαι τους τόνους του μαύρου
και να κλέβεις ανάσες απ’ ένα παραθύρι κλειστό,
που δεν βλέπει ουρανό.
Στης ψυχής μου το ξέφωτο
από πάντα προσμένω να σε χρίσω αλήθεια,
σ’ενα βαλς που οι γρύλοι θαρρετά έχουν συνθέσει.
Μα, οι ωροδείχτες του χρόνου
πειραγμένοι απ’ τη μοίρα,
από πριν σ’αλλο τόπο,
στου χαμού τη γιορτή,
χορευτή σ’ έχουν τάξει.
Σταυρούλα Δεκούλου Παπαδημητρίου
24/4/15
Πίνακας, Σαλβαντόρ Νταλί