Κάθε που κουράζεται η ψυχή από τα τόσα της ζωής ταξίδια, αρχίζει η ποίηση κι αναβλύζει απ' τα εσώτερά μας και οι στίχοι πλέκουν ένα δίχτυ ασφαλείας να μας σώσει από το βάραθρο του χάους κάθε που πηδάμε στο κενό...

Σάββατο 27 Απριλίου 2019

Με στόχο τ' απέραντο


Χους ει - μου λένε -
Θα σου φορέσω τα λευκά του θανάτου
και το προσκέφαλό σου θα κεντήσω
με των μαλλιών μου το νήμα
να 'χεις μια μυρωδιά από γαζία
στον όμορφο ύπνο σου.
Θα κρύψω στη χούφτα σου λίγα βότσαλα αστραφτερά,
σημάδια να βάλεις στον δρόμο
μη και θελήσεις να γυρίσεις.
Κι εκεί στου σακακιού σου το πέτο, ζερβά
ένα ματσάκι μη με λησμονείς θα σου στολίσω
να σε σκεπάζουν οι θύμησες
στης κάθε μέρας το γέρμα.
Μύριζε άνοιξη το στερνό μας φιλί,
και τα δυο χέρια σου
απλωμένες φτερούγες γύρω μου.
Πάρε με να πετάξουμε μαζί.
Να δω τον ουρανό μέσ' απ' τα μάτια σου.
Μνέω στον άνεμο να σώσει της φωνής σου τον ήχο
να 'χω αιώνιο το στερνό σου σ' αγαπώ
κάθε που τρεμοπαίζουν οι φυλλωσιές στ' άγγιγμά του.
και εις χουν απελεύσει - μου ψιθυρίζουν-
Μα εγώ ξέρω πως πάντα μ' ένα ρόδο στο χέρι
θα στοχεύεις στ' απέραντο
μέχρι να με ξανανταμώσεις. 



'Ηταν η δική μου συμμετοχή στο 23ο Συμπόσιο Ποίησης που διοργανώνει η Αριστέα μας στον όμορφο πύργο της. Ευχαριστώ θερμά, θερμότατα για τη φιλοξενία, αλλά και όσους φίλους αγκάλιασαν τα λόγια μου με την προσοχή τους. 

Καλή Ανάσταση με αγάπη και υγεία σε όλους !

Σταυρούλα Δεκούλου Παπαδημητρίου

Τρίτη 2 Απριλίου 2019

Ο γιος του προέδρου




- Έλα μωρέ Κατίνα, λέγε. Μ’ έσκασες.
- Στάσου παιδί μου. Να το μελετήσω λίγο. Μια στάλα υπομονή δεν έχεις;
- Τι υπομονή; Αφού καίγομαι σου λέω! είπε η Λεμονιά.

Κούκλα η Λεμονιά με μια μέση δαχτυλίδι. Σαν χόρευαν βαλς στο καφενείο όταν είχε πανηγύρι στο χωριό, στη μια παλάμη τους την έκλειναν τη μέση της οι νεαροί. Με δυο μάτια θάλασσα. Όχι το ξεπλυμένο γαλανό. Της ανταριασμένης θάλασσας το μπλε, της φουρτούνας το χρώμα. Και δυο χειλάκια πετροκέρασα.

Τι δεν θα έδιναν τα παλικάρια του χωριού να την είχαν δική τους. Μα η Λεμονιά είχε μάτια μόνο για τον Πετρή, τον γιο του προέδρου. Να γι’ αυτό είχε έρθει τώρα στην Κατίνα. Την Κατίνα τη φίλη της που είχε το χάρισμα να διαβάζει το φλιτζάνι. Την είχε ορμηνέψει η γιαγιά της η Φιλίτσα. Και τον καφέ έλεγε και τη στάχτη από τα φύλλα της δάφνης ήξερε να διαβάζει για ν’ αποφεύγει όπως έλεγε τις κακοτοπιές της μοίρας. Την Κατίνα που μεγάλωσαν σε μιαν αυλή και την είχε σαν αδερφή της. Που μονάχα εκείνη ήξερε τη λαχτάρα της για τον Πετρή με τα μάτια τα μελιά. Ριγούσε η Λεμονιά σαν τον κοίταζε, έτρεμε η καρδούλα της από τη λαχτάρα σαν άκουγε τη φωνή του. Ύστερα έτρεχε κάθε δεύτερη Παρασκευή να ξομολογηθεί στον παπά Αντώνη να πάρει άφεση αμαρτιών μη λάχει και πάρουν οι δαιμόνοι την ψυχή της. Όμως κι ο Πετρής από τη νύχτα στη γιορτή του Αη Λια που τη χόρεψε δεν μπορούσε να τη βγάλει απ’ το μυαλό του. Πώς κρατήθηκε και δεν της τα δάγκασε κείνα τα κρουστά ρόδινα χείλη.

Προτού περάσουν λίγες μέρες αντάμωσαν κάτω από το γέρικο πλατάνι στο έβγα του χωριού. Ντροπαλή η Λεμονιά, δεν τον άφησε ν’ απλώσει χέρι πάνω της, μήτε να τη φιλήσει. Κι εκείνος όμως κύριος. Φτωχό κορίτσι η Λεμονιά. Η προίκα της όλη κρυβόταν κάτω απ’ τη φούστα της. Οι δυο νέοι αντάμωσαν πολλές φορές ακόμα μα ήταν πάντα προσεκτικοί. Μέχρι που κάποια στιγμή η Λεμονιά είπε στον Πετρή ότι αυτό δεν μπορούσε να συνεχιστεί γιατί η μάνα της κάτι είχε ψυλλιαστεί. Ο Πετρής της έταξε να μιλήσει στους γονείς του και να πάει να τη ζητήσει. Και να τώρα η Λεμονιά στην Κατίνα να μάθει πότε θα συνέβαινε το ευχάριστο. Σούφρωσε τα χείλη της η Κατίνα.

- Δεν θα ‘ρθει Λεμονιά. Αγαπά άλλη, είπε η Κατίνα.
- Τι είναι αυτά που λες Κατίνα μου; Θα με τρελάνεις; φώναξε η Λεμονιά.
- Την αλήθεια σου λέω. Μην προσμένεις άδικα. Σε περιγελά. Άλλη θα πάρει. Του στείλανε ήδη προξενιά και είπε ναι.

Άφησε μια κραυγή η Λεμονιά κι έφυγε κλαίγοντας από το σπίτι της φίλης της. Η Κατίνα μάζεψε το φλιτζάνι και γύρισε στην κουζίνα.

- Μάναααα! φώναξε. Τι απόκαμε η προξενήτρα που στείλαμε στον πρόεδρο;
- Όλα εντάξει κόρη μου, της είπε η μάνα μπαίνοντας στην κουζίνα. Ε, τόση γη και τόσες λίρες πώς να πει όχι κορίτσι μου;


- Κυρία προέδρου, σιγομουρμούρισε η Κατίνα τακτοποιώντας ένα τσουλούφι που ξέφυγε από την κοτσίδα της. Πάντα τη γοήτευε η εξουσία. 

ΤΕΛΟΣ


Ήταν η δική μου συμμετοχή στο παίζοντας με τις λέξεις #19, που διοργάνωσε με ιδιαίτερη προσοχή και αγάπη για μια ακόμη φορά η Memaria, λογοτεχνικό σπιτικό της My trips on blog. Ευχαριστώ θερμά για τη φιλοξενία, την τιμή της ανάγνωσης και της προσοχής σας. Συγχαρητήρια σε όλους τους συμμετέχοντες και στην έτι μία φορά νικήτρια, Μαρία Κανελλάκη.