Η ποιητική συλλογή Ασύμμετρα, του Δημήτρη Μπούκουρα, από τις εκδόσεις Όστρια, ήταν μια ευχάριστη έκπληξη, κόντρα σε κοινότυπες γραφές που αντάμωνα καιρό τώρα. Χωρισμένη σε δύο μέρη, το πρώτο αποτελείται από ποιήματα γραμμένα στα χρόνια της νεότητας του ποιητή και επηρεασμένα από τα βιώματα της τότε εποχής και το δεύτερο εμπεριέχει ποιήματα που γραμμένα (33 χρόνια μετά) μαρτυρούν μια νοσταλγία κι ένα παράπονο για στιγμές που προσπέρασαν και τώρα αναπαύονται στη σφαίρα της μνήμης.
Μια βαθιά ομίχλη θολώνει το διάβα του ποιητή. Βροχερές μέρες και λασπωμένοι δρόμοι. Αδιέξοδα και μονότονα εγχειρήματα προβληματίζουν τη σκέψη του και μια απογοήτευση σκεπάζει τις στιγμές του. Γράφει,
Βρέχει…
Βρέχει ιδρώτα,
ανθρώπινο ιδρώτα
που εξατμίστηκε κι έγινε μουντό σύννεφο.
Οι μέρες ατέρμονες και μουντές, δίχως δύναμη οι ψυχές και δίχως αποτέλεσα οι πράξεις. Όλα σε μια ανιαρή και ατελέσφορη ακολουθία. Γράφει,
Οι κακοί δρόμοι έπνιγαν στη λάσπη τους
τις ανεύθυνες ελπίδες…
…
Έψαχνε να βρει μια γυναίκα,
κι έβρισκε μαυροφορεμένες πικραμένες σκιές.
Ο ποιητής βαθιά προβληματισμένος για το παρόν και το μέλλον, μη βρίσκοντας στους ανθρώπους θέληση και διάθεση να αλλάξουν τον κόσμο, να βελτιώσουν τις συνθήκες γύρω τους επί της ουσίας, ανησυχεί και απογοητεύεται. Γράφει,
«Ενθάδε κείνται, αυτοί που δεν ήξεραν να ζήσουν»
Μέρος δεύτερο (2010 και μετά…)
Τα καλοκαίρια μας
ήταν ένα φύσημα μελτεμιού.
…
Πάρε με πάλι σε κείνα τα καλοκαίρια…
Θέλω να ξαναζήσω
το χάδι της αύρας
στο πρόσωπό μου.
…
Αγάπησα τα απλά…
Αγάπησα εκείνη την πεταλούδα
που πρωτοείδα
στο ρέμα της Πικροδάφνης…
Μα η κόρη πιότερο λυπάται
που το λευκό του υμεναίου κατάλευκο σεντόνι
δεν θα κηλιδωθεί από της παρθενίας την κόκκινη
τη βούλα…
…
Τα παιδιά της Βοιωτίας!!! (Ο Φρίξος και η Έλλη)
Χωρίς αυτά δεν θα ‘χαμε
το αποκορύφωμα της τραγωδίας,
την παιδοκτόνο Μήδεια…
…
Κι όμως θλιμμένη είναι η Θεά… (για την Αφροδίτη της Μήλου)
Της λείπει -θαρρώ- ο ελληνικός αέρας…
Αναρωτιέται και συμβουλεύει…
«Και πώς μπορεί κάποιος
να μάθει να γράφει ποιήματα»;
Θυμήθηκα τη ρήση του Ευκλείδη
προς τον Πτολεμαίο:
«Δεν υπάρχει βασιλική οδός προς την Γεωμετρίαν».
Τα ποιήματα του δεύτερου μέρους της συλλογής διακρίνονται από ένα διάχυτο ερωτισμό, μια αναπόληση σε στιγμές που μοιράστηκαν ανάμεσα σε δυο αγαπημένους, κοινές εικόνες και αγγίγματα, μνήμες αγαπημένων τόπων και στιγμών. Μία εξαίσια κατάθεση ψυχής σε στιγμές που χρωματίζονται από μοναδικά συναισθήματα, στιγμές όμως που δείχνουν να έχουν διαβεί, κάτι που δηλώνεται στην πλειονότητα των ποιημάτων. Γράφει,
ήταν ένα φύσημα μελτεμιού.
…
Πάρε με πάλι σε κείνα τα καλοκαίρια…
Θέλω να ξαναζήσω
το χάδι της αύρας
στο πρόσωπό μου.
…
Αγάπησα τα απλά…
Αγάπησα εκείνη την πεταλούδα
που πρωτοείδα
στο ρέμα της Πικροδάφνης…
Όμως ο ποιητής αφιερώνει και πολλά ποιήματα σε στιγμές της ιστορίας μας. Ήρωες και μορφές της αρχαιότητας αναπαύονται ή και οργάζονται στους στίχους του. Μορφές που η συμπεριφορά τους τον προβλημάτισε και μας την παραθέτει να μας παιδεύσει. Γράφει,
που το λευκό του υμεναίου κατάλευκο σεντόνι
δεν θα κηλιδωθεί από της παρθενίας την κόκκινη
τη βούλα…
…
Τα παιδιά της Βοιωτίας!!! (Ο Φρίξος και η Έλλη)
Χωρίς αυτά δεν θα ‘χαμε
το αποκορύφωμα της τραγωδίας,
την παιδοκτόνο Μήδεια…
…
Κι όμως θλιμμένη είναι η Θεά… (για την Αφροδίτη της Μήλου)
Της λείπει -θαρρώ- ο ελληνικός αέρας…
Αναρωτιέται και συμβουλεύει…
«Και πώς μπορεί κάποιος
να μάθει να γράφει ποιήματα»;
Θυμήθηκα τη ρήση του Ευκλείδη
προς τον Πτολεμαίο:
«Δεν υπάρχει βασιλική οδός προς την Γεωμετρίαν».
Με αυτούς τους παραπάνω στίχους κλείνω τη μικρή μου περιήγηση στην ποιητική συλλογή Ασύμμετρα, του Δημήτρη Μπούκουρα, κατακλυσμένη από συναισθήματα και σκέψεις. Αντάμωσα μια αυθεντική γραφή που μαρτυρά τη μοναδικότητα ενός νου που καταθέτει άφοβα τα ψήγματα της ψυχής του ποιητή και προβληματίζει, ταξιδεύει, συγκινεί. Ας είναι καλοπόρευτη και ας ταξιδέψει τους αναγνώστες της τόσο όμορφα όσο ταξίδεψε κι εμένα κάθε λεπτό που της χάρισα, από τις εκδόσεις Όστρια.
Σταυρούλα Δεκούλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου