Κάθε που γεννιέται το φως στης αυγής τ' ακροδάχτυλα,
λαχτάρα αναβλύζει στ' άλικα χείλη της.
Τα μαλλιά της λουσμένα στου δυόσμου το δάκρυ,
χτενίζει, με του ηλιάτορα την πυρφόρο ρομφαία
κι αφήνεται...
βορά στων ανέμων το φύσημα,
ρανίδα στης βροχής τη μαρτυρία,
αστραπή στων νεφών τ' άγριο σμίξιμο.
Κάθε που κιοτεύει το φως στ' ουρανού τη μετώπη
μια σελήνη φανερώνει στο δεξί της το στήθος
και τ' άστρα προστρέχουν να φωτίσουν τα χνάρια της
στης νύχτας τ' ανάμεσα
κι αφήνεται...
σ' ανείπωτα όνειρα κρυφή ερωμένη,
σε ποίημα ατελεύτητο ο εκλιπών στίχος,
λυγμός που ελλοχεύει στης ψυχής τ' άγνωστα βάθη
Κι αν θαρρείς πως την γνώρισες
μήτε τ' αντιφέγγισμά της ακόμα δεν αντίκρισες.
Τ' αερικά δεν έχουν αντανάκλαση...
Θυμάσαι;
Σταυρούλα Δεκούλου Παπαδημητρίου
19/2/17